Κυριακή 12 Ιουλίου 2009

Χρονικογράφος ή σεναριογράφος;


Κάποιοι πιστεύουν ότι όλα ξεκίνησαν πριν από ενάμισι χρόνο, όταν η mamma γνώρισε τον island. Κάνουν λάθος. Κάποιοι άλλοι νομίζουν ότι όλα ξεκίνησαν όταν η mamma και ο island πήραν τη μεγάλη απόφαση να παντρευτούν (ήταν τότε που πήγαμε και πήραμε φορέματα που τελικά δεν βάλαμε, τρία ζευγάρια νυφιάτικα παπούτσια γιατί δεν μέναμε ικανοποιημένες και που στέλναμε δεξιά-αριστερά τραγούδια που ποτέ δεν ακούσαμε). Και πάλι κάνουν λάθος. Όλα ξεκίνησαν όταν η mamma έπεσε πάνω στον Μητσοτάκη τρεις μέρες πριν το γάμο και δεν έκανε ευχέλαιο.

Τίτλος έργου: "Και έσονται δύο εις σάρκαν μίαν"
Οι πρωταγωνιστές: Mamma και Island
Οι λοιποί συντελεστές: οι γονείς των πρωταγωνιστών, ο spy, το νατασάκι και οι άντρες της (ο Ιάκωβος και ο Ιωακείμ - που καμία σχέση, αλλά κάποιος που γίνεται 46 μεθαύριο είχε πιεί μάλλον περισσότερο από ό,τι του επιτρέπει η ηλικία του), ο blueprints, ο παύλος, η ρούλα, το κουκουβαγιόπαιδο που έμπαινε ανάμεσα στον κουμπάρο και τη mamma, η α που δεν έλεγε να φύγει από το πλάι μου και πολλοί άλλοι.
Οι παραγωγοί: La koumbara και ο συν-κουμπάρος (συγκούπαρος, αλλά μου κάνει σαν Σιγκαπούρη και προσπαθώ να το αποφεύγω).
Το έργο δεν είχε σκηνοθέτη, όπως άλλωστε μπορείτε να διαπιστώσετε από τα ακόλουθα που παρουσιάζονται με χρονική σειρά.

Στο σπίτι της μαμάς της mammas. Η mamma βάφεται και φτιάχνει μαλλί. Η κουμπάρα προσπαθεί να διατηρήσει τις δύο κόρες καθαρές (ενώ τρώνε παγωτό σοκολάτα) και ταυτόχρονα να ντυθεί και να βοηθήσει όπως μπορεί.
Mamma προς κουμπάρα:
"Φέρε ένα λιμοντσέλο".
...
"Refill".

Περίεργοι άνθρωποι προς κουμπάρα
"Πώς γνωριστήκατε με τη mamma;"
"Στο γυναικολόγο".
Κανείς δεν ζήτησε περισσότερες λεπτομέρειες.

Μαμά mammas προς κουμπάρα, την ώρα που η κουμπάρα διαπίστωσε ότι έχει αργήσει να πάει στην εκκλησία όπου έχει ραντεβού με τον συν-κουμπάρο για να κανονίσουν τα διάφορα με τον παπά και τρέχει να μαζέψει φούστες, κραγιόν, βούρτσες, παπούτσια και τις κόρες (όπου η μία θέλει να μείνει με τη νύφη και η άλλη θέλει να μείνει με τον γαμπρό -άλλον γαμπρό, όχι τον island).
"Θα πάρεις τον δίσκο;"
"Όχι, κουβαλάω όλα αυτά, έχω τα παιδιά και έχω αργήσει. Φέρτε τον εσείς καλύτερα τώρα που θα έρθετε".

Μαμά mammas προς mamma μέσα στην εκκλησία
"Mamma, πού είναι τα στέφανα;"
"Ρε μάνα, ρωτάς εμένα πού είναι τα στέφανα;"

Κουμπάρα προς συν-κουμπάρο
"Δεν είναι κάτω από το Ευαγγέλιο;"
"Για ρίξε μια ματιά - μόνο πρόσεχε μην πέσουν και οι βέρες και τις χάσουμε κι αυτές"

Κουμπάρα προς island
"Έλα να τραγουδήσουμε κάτι ευχάριστο"
"Τι;"
"Shiny happy people holding hands"
"Δεν ξέρω τα λόγια".
"Καλά, ας πούμε κάτι που ξέρεις: Ολυμπι, Ολυμπι, Ολυμπιακέ, ομάδα ομαδάρα μου..."

Island προς κουμπάρα
"Πάρε αυτό το μαντήλι και σκούπιζε τον ιδρώτα"

Κουμπάρος προς κουμπάρα στο Ησαϊα χόρευε
"Γιατί μας τρέχει τόσο; Νιώθω σαν Γιαπωνέζα γκέισα που αναγκάζεται να τρέξει με το κιμονό"

Κουμπάρα προς συν-κουμπάρο
"Τελειώσαμε; Τους παντρέψαμε;"
"Ναι"
"Δόξα τω Θεώ, τα καταφέραμε!"

Mamma προς κουμπάρα
"Γιατί σταθήκαμε εδώ να χαιρετήσουμε;"
"Δεν ξέρω. Εκείνος ο κύριος με το ακουστικό και το καρούμπαλο μας έφερε εδώ".

"Κουμπάρα άξια!" Σματς σμουτς.
...
"Ρε παιδιά η super nanny με βούτηξε από το πουθενά, με τράβηξε κάτω και με φίλησε. Ξέρει κανείς ποια είναι;"
"Η γιαγιά μου", είπε ο island.
(Άξια η γιαγιά dear island. Τι της δίνετε;)

Στο μπαρ
"Το σουφλέ ποιος το έφτιαξε;"

"Ρούλα τι πιστεύεις για τα σχολικά βιβλία;"
"Είναι επικίνδυνα"
"Ευχαριστώ, πάω να πιω κάτι ακόμα να ξεχάσω"

"Πώς την λένε εκείνη την ηθοποιό με την ισχυρή προσωπικότητα που έπαιζε σε ένα σήριαλ και τα είχε με έναν φούρναρη;"
???
"Δώσε κι άλλες πληροφορίες"
"Μία ηθοποιός με ισχυρή προσωπικότητα που έπαιζε σε ένα σήριαλ και τα είχε με έναν φούρναρη"
"Τη Βάνα Μπάρμπα εννοεί"
"Καλά, εσύ έτσι περιγράφεις τη Βάνα Μπάρμπα;"

O Ιωακείμ (είπαμε, λέμε τώρα) μοιράζει καθήκοντα και ο Παύλος συμμετέχει στη μοιρασιά:
"Εσύ θα φτιάξεις κόκορα με χοντρό μακαρόνι, εσύ θα φτιάξεις σουτζουκάκια σμυρνέϊκα"
"Εσύ θα φτιάξεις χταπόδι κρασάτο".
"Το κρασάτο μου πέφτει βαρύ. Να το κάνω τηγανιτό;"
"Πώς το κάνεις τηγανιτό;"
"Ας μην τα μπερδέψουμε. Ή κρέατα, ή ψάρια".
"Καλά, να φτιάξω γιαλαντζί;"
(Το πότε και πού δεν είπαμε, όλα τα άλλα τα έχουμε κανονίσει.)

"Παιδιά φεύγουμε. Είναι περασμένες 5 και είμαστε πολύ κουρασμένοι." Σματς σμουτς, χαρήκαμε, τα ξαναλέμε.
"Α, εμείς λέγαμε να πάμε στην αγορά για πατσά".
"Ε καλά, δεν είμαστε τόσο κουρασμένοι."

"Μην ξαναχαιρετηθούμε και ξαναφιληθούμε, δεν θα το αντέξω".

Βοήθειά μας (όπως έγραφε το Τ-shirt που έκανε δώρο ο spy στον island).

Δεν ξέρω για εσάς, εγώ είμαι εντελώς άυπνη, η μαγειρίτσα μου έπεσε πολύ βαριά, ο μηνίσκος μου με έχει τσακίσει, έχω χάσει μία φούστα (βρε mamma μήπως την άφησα στο σπίτι της μητέρας σου;), αλλά δεν θα άλλαζα τίποτα (εντάξει, εκτός από το μηνίσκο).